Κυριακή 20 Φεβρουαρίου 2022

 


Διαβήτης Κύησης - Αιτίες και Aντιμετώπιση

Διαβήτης Κύησης - Αιτίες και Aντιμετώπιση

Διαβήτη κύησης ορίζουμε αυτόν που διαπιστώνεται για πρώτη φορά κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Σύμφωνα λοιπόν με αυτόν τον ορισμό, αποτελεί διαφορετική πάθηση από τον σακχαρώδη διαβήτη τύπου 1 και 2. Ασφαλώς, μια γυναίκα με διαβήτη τύπου 1 ή 2 μπορεί να μείνει έγκυος, αλλά αυτή η κατάσταση χαρακτηρίζεται ως προϋπάρχων διαβήτης και όχι ως διαβήτης της κύησης. Νεότερες επιδημιολογικές μελέτες αναφέρουν ότι 1 στις 12 έγκυες γυναίκες θα εμφανίσουν σακχαρώδη διαβήτη.

Πού οφείλεται, η αύξηση του διαβήτη κύησης στην εποχή μας;

Οφείλεται σε δύο κύριους λόγους. Πρώτον, έχουν αυξηθεί τόσο τα ποσοστά της παχυσαρκίας ανάμεσα στις νέες γυναίκες, όσο και η ηλικία που η γυναίκα μένει έγκυος για πρώτη φορά. Δεύτερον, στο παρελθόν δεν δινόταν ιδιαίτερη προσοχή σε γυναίκες που γεννούσαν παιδιά βαρύτερα από 4 κιλά. Πολλές από αυτές τις κυήσεις είχαν επιπλακεί με σακχαρώδη διαβήτη. Τα κύρια συστατικά της διατροφής μας είναι οι πρωτεΐνες, τα λίπη και τα σάκχαρα (υδατάνθρακες, με κύριο εκπρόσωπο τη γλυκόζη). Η ορμόνη που είναι υπεύθυνη για τη χρησιμοποίηση των υδατανθράκων από τον οργανισμό είναι η ινσουλίνη. Σε κάθε εγκυμοσύνη, η ινσουλίνη εμφανίζει «αντίσταση» στη δράση της, που προκαλείται από ορμόνες που παράγονται από τον πλακούντα. Γι’ αυτό και ο διαβήτης εκδηλώνεται συνήθως στο δεύτερο μισό της κύησης, όταν το μέγεθος του πλακούντα και η παραγωγή των ορμονών αυξάνεται.

Άρα η αντίσταση της ινσουλίνης, η κατά τα άλλα «φυσιολογική», είναι αυτή που δημιουργεί το πρόβλημα.

Ο σκοπός αυτής της «φυσιολογικής» αντίστασης είναι η μη χρησιμοποίηση όλων των υδατανθράκων από τη μητέρα, με αποτέλεσμα οι τελευταίοι να περνούν τον πλακούντα και να συμβάλουν στην ανάπτυξη του εμβρύου. Με αυτήν την πρόνοια της φύσης, μπορούν να συντηρηθούν κυήσεις ακόμη και κάτω από εξαιρετικά δυσμενείς συνθήκες. Ωστόσο, σε αυτήν την φυσιολογική αντίσταση, στην ινσουλίνη έρχονται πολύ συχνά να προστεθούν δύο άλλες. Πρώτον, η αντίσταση που οφείλεται σε γενετικά αίτια: πρόκειται για γυναίκες που έχουν κληρονομήσει από τους γονείς τους γονίδια που προδιαθέτουν σε διαβήτη. Δεύτερον, η αντίσταση που οφείλεται στην παχυσαρκία, είτε πρόκειται για αυξημένο σωματικό βάρος κατά την έναρξη της κύησης, είτε σε αύξησή του κατά τη διάρκεια της. Γίνεται λοιπόν κατανοητό ότι μια γυναίκα μπορεί να αυξήσει κατά πολύ την αντίσταση στην ινσουλίνη κατά τη διάρκεια της κύησης, με αποτέλεσμα την εμφάνιση διαβήτη.

Ο διαβήτης παύει με το τέλος της εγκυμοσύνης ή τη συνοδεύει και μετά;

Αμέσως μόλις γεννήσει η γυναίκα, παύει αυτόματα η αντίσταση της κύησης, οπότε επανέρχεται στο σημείο που ήταν πριν τον τοκετό. Γι’ αυτό, στη μεγάλη πλειοψηφία των περιπτώσεων, ο σακχαρώδης διαβήτης της κύησης αποτελεί παροδική κατάσταση που παύει να υπάρχει μετά τον τοκετό. Αυτό δεν σημαίνει ότι η γυναίκα που εμφάνισε διαβήτη κατά την κύηση δεν θα πρέπει να ανησυχεί για το μέλλον. Υπάρχει αυξημένος κίνδυνος για δύο καταστάσεις. Να εμφανίσει ξανά σακχαρώδη διαβήτη σε μία επόμενη κύηση και να εμφανίσει σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 σε μερικά χρόνια. Αυτό σημαίνει ότι μια γυναίκα 30 ετών με διαβήτη κύησης, ο οποίος παύει να υφίσταται μετά τον τοκετό, έχει 50% πιθανότητα να εμφανίσει μόνιμο διαβήτη τύπου 2 πριν την ηλικία των 40 ετών.

Η θεραπεία και στις δύο περιπτώσεις, είναι η υιοθέτηση σωστού τρόπου ζωής με ισορροπημένη διατροφή και σωματική άσκηση. Σε κάθε περίπτωση, η θεραπεία με ινσουλίνη ίσως να είναι επίσης αναγκαία, αλλά αυτό θα το κρίνει μόνο ο ενδοκρινολόγος της.

Διαβήτης κύησης και διατροφή

Πάντα σε συνεργασία με Κλινική Διατροφολόγο, ο στόχος της διατροφικής αγωγής στο διαβήτη κύησης είναι η διατήρηση του σακχάρου σε φυσιολογικά επίπεδα χωρίς η έγκυος ή το έμβρυο να στερούνται τα θρεπτικά συστατικά.

Οι διαιτητικές συστάσεις περιλαμβάνουν τα παρακάτω:

  • Μια ισορροπημένη με ποικιλία διατροφή συστήνεται, ώστε να μην υπάρχουν τυχόν διατροφικές ελλείψεις.
  • Οι σωστοί υδατάνθρακες είναι απαραίτητοι σε κάθε γεύμα και βοηθάνε στη διατήρηση του σακχάρου σε σταθερά επίπεδα μεταξύ των γευμάτων. Τροφές πλούσιες σε φυτικές ίνες και χαμηλού γλυκαιμικού δείκτη πχ ολικής άλεσης προϊόντα, φρούτα, λαχανικά, όσπρια ανήκουν σε αυτή τη κατηγορία. Ο διαιτολόγος θα καθορίσει τη σύσταση του διαιτολογίου σύμφωνα και με τις ανάγκες της κάθε εγκύου. Έτσι θα αποφευχθούν με το κατάλληλο διατροφικό πλάνο τυχόν διακυμάνσεις του σακχάρου αίματος.
  • Καλή πρόσληψη πρωτεΐνης υψηλής βιολογικής αξίας στα γεύματα είναι σημαντική πχ άπαχο κρέας, κοτόπουλο, ψάρια, αυγά και άπαχα γαλακτοκομικά και τυροκομικά προϊόντα. Οι πρωτεΐνες βοηθούν με το αίσθημα της πείνας, παρέχουν απαραίτητες θρεπτικές ουσίες και επιβραδύνουν την απορρόφηση των υδατανθράκων, μειώνοντας έτσι το σάκχαρο μετά το γεύμα.
  • Μικρά και συχνά γεύματα ανά 3 ώρες περίπου συστήνονται διότι διατηρούν τα επίπεδα του σακχάρου σταθερά μέσα στην ημέρα και αποφεύγονται οι μεγάλες διακυμάνσεις στη γλυκόζη αίματος. Η καθημερινή κατανάλωση 3  γευμάτων και 2 ή 3 σνακ περίπου την ημέρα είναι σημαντική, ανάλογα και με τις ανάγκες της κάθε εγκύου.
  • Καλή και προσεκτική οργάνωση στα γεύματα είναι απαραίτητη καθώς και ο συνδυασμός των τροφίμων σε κάθε γεύμα μέσα στην ημέρα είναι σημαντικός να ελέγχεται, ώστε να αποφεύγονται τυχόν υπεργλυκαιμίες.
  • Όχι πολλά λιπαρά και τηγανητά στη διατροφή.
  • Η αποφυγή της ζάχαρης και των γλυκών συστήνεται. Επίσης ειδικές τροφές για διαβητικούς και φαγητά και ποτά με γλυκαντικές ουσίες καλό θα είναι να αποφεύγονται, διότι περιέχουν συντηρητικά που αντενδείκνυνται κατά την περίοδο της εγκυμοσύνης.
  • Το αλκοόλ και τα αναψυκτικά καλό θα είναι να αποφεύγονται.

 https://www.blogger.com/u/1/blog/post/edit/2692935559886259171/8574316833496592056?hl=el

Βασιλική Τριάντη, Ενδοκρινολόγος Διαβητολόγος Ιατρός Μεταβολισμού Md, MSc , PhDc

 

Αγίας Παρασκευής 29, Χαλάνδρι , TK 15234

 

2103009400, 2106845383

www.endokrinologos-diavitologos.gr

www.endokrinologos-diavitologos.com

www.endokrinologos-diavitologos.eu


 

Τα Πλαστικά στην Ελλάδα, οι Ενδοκρινικοί Διαταρράκτες και το Ορμονικό Χάος που προκαλούν στο Ενδοκρινικό σύστημα του ανθρώπου.

 

https://www.youtube.com/watch?v=mPjKgFB_5Xc

   

Βασιλική Τριάντη, Ενδοκρινολόγος Διαβητολόγος Ιατρός Μεταβολισμού Md, MSc , PhDc

 

Αγίας Παρασκευής 29, Χαλάνδρι , TK 15234

 

2103009400, 2106845383

www.endokrinologos-diavitologos.gr

www.endokrinologos-diavitologos.com

www.endokrinologos-diavitologos.eu

Κυριακή 14 Οκτωβρίου 2018


Ενδοκρινολόγος Διαβητολόγος Αθήνα Βασιλική Τριάντη
Βασιλική Τριάντη, Ενδοκρινολόγος Διαβητολόγος , MD, MSc, Phdc
www.endokrinologos-diavitologos.gr
2103009400 Αγίας Παρασκευής 29, Χαλάνδρι

Μαγνήσιο το ιχνοστοιχείο της άσκησης και της μυϊκής δύναμης.
Μιας και μπήκαμε πια σε ρυθμούς χειμερινούς και οι περισσότεροι από εμάς θα ξεχυθούμε πάλι στα γυμναστήρια και στα πάρκα για τρέξιμο, ίσως και κάποιοι στα γήπεδα ή στα κολυμβητήρια, θα ήταν καλό να σας δώσω πληροφορίες και γνώσεις για την άσκηση και τι την επηρεάζει.
Το ιχνοστοιχείο αυτό είναι το πιο απαραίτητο για την μυϊκή δύναμη τα νεύρα την παραγωγή ενέργειας τον μεταβολισμό και τις αθλητικές μας επιδόσεις ;
Το μαγνήσιο διαδραματίζει έναν σημαντικό ρόλο στις λειτουργίες του σώματος ιδιαίτερα όσον αφορά τον μεταβολισμό την παραγωγή ενέργειας, τη μυϊκή λειτουργία και στις αθλητικές επιδόσεις.
Ακόμη και στις ανεπτυγμένες χώρες, παρατηρείται σημαντικό ποσοστό ανθρώπων που λαμβάνουν ανεπαρκή ημερήσια ποσότητα μαγνησίου για τις ανάγκες του οργανισμού τους.
Η αύξηση της ηλικίας συμβάλλει στην έλλειψη που παρατηρείται. Οι ηλικιωμένοι και οι ασθενείς με χρόνιο νόσημα, διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο έλλειψης μαγνησίου.
Ο ρόλος του μαγνησίου στην μειωμένη μυϊκή μάζα και δύναμη που παρατηρείται στους ηλικιωμένους εξετάστηκε σε έρευνα που διεξήγαγαν Ιταλοί γιατροί. Η μειωμένη απόδοση του μυϊκού συστήματος ευθύνεται στους ηλικιωμένους για μεγαλύτερο αριθμό τραυματισμών και ανικανότητας.
Οι γιατροί από το πανεπιστήμιο του Παλέρμο, μέτρησαν τα επίπεδα μαγνησίου αίματος σε 1.138 άνδρες και γυναίκες με μέσο όρο ηλικίας 67 ετών. Παράλληλα διεξήγαγαν σε αυτούς αριθμό δοκιμασιών που αξιολογούσαν τη μυϊκή δύναμη και λειτουργικότητα.
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι τα άτομα με ψηλότερα επίπεδα μαγνησίου αίματος είχαν μεγαλύτερη μυϊκή δύναμη στα χέρια και στις κνήμες. Επίσης η έκταση των γονάτων και αστραγάλων σε αυτούς, ήταν ισχυρότερη.
Το μαγνήσιο είναι το τέταρτο πιο άφθονο ανόργανο στοιχείο του ανθρώπινου οργανισμού. Περίπου το 50% του μαγνησίου του οργανισμού, περιέχεται στα οστά. Το υπόλοιπο βρίσκεται εντός των κυττάρων των ιστών και οργάνων του σώματος. Μόνο 1% του μαγνησίου εντοπίζεται στο αίμα αλλά υπάρχουν μηχανισμοί που διατηρούν τη συγκέντρωση στο αίμα σταθερή.
Έχουν καταγραφεί τουλάχιστον 300 βιοχημικές αντιδράσεις στον ανθρώπινο οργανισμό για τις οποίες το μαγνήσιο είναι απαραίτητο.
Μεταξύ άλλων το μαγνήσιο συμβάλλει για τα ακόλουθα:
1. Διατήρηση κανονικής μυϊκής και νευρικής λειτουργίας, σύσπαση και χαλάρωση μυών
2. Κανονικό ρυθμό καρδίας
3. Στήριξη του ανοσολογικού συστήματος του οργανισμού
4. Δυνατά οστά
5. Ρύθμιση του μεταβολισμού της γλυκόζης
6. Διατήρηση κανονικής αρτηριακής πίεσης
7. Μεταβολισμό ενέργειας, παραγωγή και μεταφορά ενέργειας
8. Σύνθεση πρωτεϊνών.
Τα τρόφιμα με πλούσιο περιεχόμενο μαγνησίου είναι:
1. Όσπρια, πράσινα λαχανικά, σπανάκι,
2. Ξηροί καρποί
3. Σόγια και τα προϊόντα της
4. Δημητριακά ολικής αλέσεως
5. Αβοκάντο, μπανάνες, αποξηραμένα βερίκοκα.
Τα συμπτώματα έλλειψης μαγνησίου περιλαμβάνουν:
1. Ευερεθιστικότητα
2. Ανορεξία
3. Κούραση
4. Αϋπνία
5. Αδυναμία
6. Μυϊκές συσπάσεις
7. Δυσκολίες μνήμης και μάθησης
8. Απάθεια
9. Σύγχυση
10. Ταχυκαρδία
11. Οι σοβαρές ελλείψεις μαγνησίου οδηγούν σε μυρμηγκιάσματα, μουδιάσματα, παρατεταμένες συσπάσεις μυών, ψευδαισθήσεις, παραλήρημα.
Μαγνήσιο και άσκηση
Οι ελλείψεις μαγνησίου συμβαίνουν συχνότερα σε ασθενείς με δυσαπορρόφηση εντέρου ή με εγκαύματα, σε ασθενείς που υποβάλλονται σε χημειοθεραπεία ή πολύπλοκες χειρουργικές επεμβάσεις και λόγω κακής διατροφής.
Το μαγνήσιο είναι ένα απαραίτητο μέταλλο το οποίο αποτελεί συστατικό περίπου 300 ενζύμων που συμμετέχουν στη διαδικασία της βιοσύνθεσης και του ενεργειακού μεταβολισμού.
Όπως συμβαίνει με όλα τα μέταλλα, τα επίπεδα μαγνησίου στο πλάσμα του αίματος διατηρούνται σε πολύ στενά όρια. Πρακτικά όλο το μεταβολικά διαθέσιμο μαγνήσιο βρίσκεται σε μία πολύ μικρή εξωκυττάρια δεξαμενή. Οποιαδήποτε αλλαγή στο μέγεθος της δεξαμενής αυτής οφείλεται στη διατροφική πρόσληψη, την απορρόφηση ή την απελευθέρωση από τους ιστούς ή από τις απώλειες και την απέκκριση.
Σε αθλητές που εκτελούν τακτική άσκηση αντοχής έχουν αναφερθεί επανειλημμένως χαμηλά επίπεδα μαγνησίου, τόσο κατά την ανάπαυση όσο και κατά τη διάρκεια της άσκησης.
Στο γεγονός αυτό αποδίδεται η καταστολή του ενεργειακού μετά μεταβολισμού, η εντονότερη κόπωση και οι μυϊκές κράμπες.
Πολλές προσπάθειες έχουν γίνει για να αιτιολογηθεί η ελάττωση αυτή. Μία προσέγγιση είναι ότι η πτώση των επιπέδων μαγνησίου οφείλεται σε απώλειες μέσω του ιδρώτα καθώς και λόγω της αυξημένης απορρόφησης μαγνησίου από τα ερυθρά αιμοσφαίρια και τα λιποκύτταρα.
Έτσι είναι δύσκολο να διακριθεί αν η πτώση των επιπέδων μαγνησίου στο πλάσμα των αθλητών αποτελεί μια πραγματικά οριακή κατάσταση έλλειψης ή αν το γεγονός αυτό είναι αποτέλεσμα της φυσιολογικής μετακίνησης του μαγνησίου. Από την ανασκόπηση της βιβλιογραφίας, προκύπτει μία μελέτη (Terblanche et al.) της επίδρασης της συμπληρωματικής χορήγησης μαγνησίου στα επίπεδα του μυϊκού μαγνησίου και στην απόδοση κατά τη διάνυση ενός μαραθωνίου, καθώς επίσης και στο μέγεθος της καταστροφής στην οποία υποβάλλονται οι μύες κατά τη διάρκεια του αγώνα και στην ανάνηψη μετά την άσκηση. Όπως καταλήγει ο συγγραφέας, η συμπληρωματική αυτή χορήγηση δεν επηρεάζει καμία από τις παραμέτρους που μελετήθηκαν.
Η μέγιστη εκούσια μυϊκή σύσταση ήταν σημαντικά μειωμένη μετά το μαραθώνιο και απαιτήθηκαν 7 ημέρες ανάνηψης προκειμένου η παράμετρος αυτή να επιστρέψει στα επίπεδα ελέγχου που καταγράφηκαν πριν τον αγώνα. Η συμπληρωματική χορήγηση μαγνησίου δεν επηρεάζει τη διαδικασία αυτής της ανάνηψης. Το συμπέρασμα ήταν ότι η συμπληρωματική χορήγηση μαγνησίου σε αθλητές οι οποίοι είναι υγιείς και δεν παρουσιάζουν έλλειψη μαγνησίου δεν έχει καμία θετική επίδραση.
Η περιεκτικότητα μαγνησίου των τροφών ποικίλλει σε μεγάλο βαθμό. Τα ψάρια, το κρέας και το γάλα, αποτελούν φτωχές πηγές μαγνησίου ενώ τα λαχανικά, τα εξωτικά φρούτα, τα μούρα, οι μπανάνες, τα μανιτάρια, οι καρποί, τα όσπρια και τα δημητριακά, είναι σχετικά πλούσιες πηγές.
Κάλιο και Μαγνήσιο απαραίτητα στον αθλητή
Το κάλιο και το μαγνήσιο είναι δυο απαραίτητα θρεπτικά συστατικά όχι μόνο για την διατήρηση της καλής υγείας και της υψηλού επιπέδου αθλητικής απόδοσης, αλλά και για την ίδια τη ζωή.
Ας δούμε λοιπόν ποιος είναι ο ρόλος τους.
Πόσο χρήσιμο είναι το κάλιο;
Το κάλιο είναι το κύριο ενδοκυτταρικό κατιόν και είναι απαραίτητο για τη φυσιολογική λειτουργία του οργανισμού. Η βασική λειτουργία του καλίου είναι η ρύθμιση της κυτταρικής λειτουργίας, διατηρώντας σταθερό το ηλεκτρικό φορτίο των κυτταρικών μεμβρανών.
Επίσης το κάλιο είναι απαραίτητο συστατικό σε πολλές ενζυμικές αντιδράσεις των κυττάρων, στη διατήρηση των επιπέδων των ηλεκτρολυτών στο αίμα και γενικότερα της οξεοβασικής ισορροπίας. Καλές πηγές καλίου είναι τα φρούτα, τα πράσινα φυλλώδη λαχανικά και το κρέας. Επαρκής πρόσληψη μπορεί να επιτευχθεί καταναλώνοντας διατροφή πλούσια σε φρούτα και λαχανικά.
Η μείωση του καλίου στο σώμα μας (υποκαλιαιμία) μπορεί να προκαλέσει καρδιακή αρρυθμία, μυϊκή αδυναμία, διαταραχή στη ρύθμιση της γλυκόζης και υπέρταση, ενώ αυξάνεται ο κίνδυνος νεφρολιθίασης και οστεοπόρωσης (λόγω αυξημένης νεφρικής αποβολής ασβεστίου).
Επίσης ανεπαρκής πρόσληψη καλίου αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακών ασθενειών και ιδιαίτερα εγκεφαλικών επεισοδίων. Το κάλιο δρα προστατευτικά στην οστεοπόρωση, σε αντίθεση με το νάτριο. Ενώ το νάτριο αυξάνει τη νεφρική απέκκριση του ασβεστίου, το κάλιο την μειώνει. Τα τελευταία χρόνια υπάρχει μια πρακτική αντικατάστασης του νατρίου από το κάλιο στη διατροφή, λόγω αυτής της προστατευτικής δράσης στην εξοικονόμηση ασβεστίου.
Η υπερκαλιαιμία από την άλλη πλευρά είναι τοξική και μπορεί να προκαλέσει καρδιακές διαταραχές. Είναι όμως σχεδόν αδύνατο να προκληθεί σε άτομα με φυσιολογική νεφρική λειτουργία, μιας και το κάλιο ελέγχεται από τον οργανισμό εντός ενός στενού εύρους με μεγάλη ακρίβεια.
Πόσο χρήσιμο είναι το μαγνήσιο;
Το μαγνήσιο είναι το δεύτερο σε περιεκτικότητα κατιόν που βρίσκεται μέσα στα ανθρώπινα κύτταρα μετά το κάλιο. Συμμετέχει σε περισσότερες από 300 ενζυμικές αντιδράσεις και είναι απολύτως απαραίτητο για τη ζωή. Το μαγνήσιο είναι απαραίτητο για τη σωστή διατήρηση της ομοιόστασης του ασβεστίου στον άνθρωπο.
Για να δράσει η παραθορμόνη στα οστά, στους νεφρούς και στο πεπτικό χρειάζεται μαγνήσιο, ενώ ο σχηματισμός της βιταμίνης D γίνεται παρουσία μαγνησίου.
Επομένως το μαγνήσιο είναι απαραίτητο για την υγεία των οστών μας. Από την άλλη μεριά το μαγνήσιο έχει χαρακτηριστεί ως ο φυσικός ανταγωνιστής του ασβεστίου. Όταν το μαγνήσιο μειώνεται, το ασβέστιο στα κύτταρα αυξάνεται υπερβολικά, προκαλώντας μυϊκές κράμπες, υπέρταση και αγγειοσπασμούς στο μυοκάρδιο και στον εγκέφαλο.
Μια άλλη σημαντική λειτουργία του μαγνησίου είναι η ευεργετική του δράση στη μείωση της πηκτικότητας του αίματος ανταγωνίζοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο το ασβέστιο. Μια στενή αλληλοσυσχέτιση μεταξύ μαγνησίου και καλίου υπάρχει στον άνθρωπο. Το έλλειμμα μαγνησίου ανατρέπει την ισορροπία νατρίου και καλίου στον οργανισμό, ενώ μπορεί να προκαλέσει καρδιακές αρρυθμίες, ακόμα και θάνατο. Στην κλινική πρακτική το μαγνήσιο χρησιμοποιείται για την αντιμετώπιση των συσπάσεων της μήτρας κατά των πρόωρο τοκετό, καθώς επίσης για την άμεση αντιμετώπιση οξέως ασθματικού επεισοδίου. Το 20-65% των ασθενών στη μονάδα εντατικής θεραπείας παρουσιάζουν έλλειψη μαγνησίου. Ίσως πιο σημαντικό είναι το γεγονός ότι τα άτομα που εμφανίζουν μείωση του μαγνησίου στη μονάδα εντατικής θεραπείας έχουν 2-3 φορές υψηλότερη πιθανότητα θανάτου και μεγαλύτερη διάρκεια παραμονής σε αυτή, σε σχέση με άτομα που δεν εμφανίζουν έλλειψη μαγνησίου.
Τι γίνεται με το κάλιο και το μαγνήσιο κατά την άσκηση;
Κατά τη διάρκεια της άσκησης, ιδιαίτερα όταν είναι θερμό το περιβάλλον, ο ρυθμός εφίδρωσης μπορεί να φτάσει ή και να ξεπεράσει τα 2 λίτρα την ώρα. Οι μελέτες δείχνουν ότι οι αθλητές παρ’ όλο που μπορούν να χάσουν 2-3 κιλά ιδρώτα στην προπόνησή τους, σπάνια πίνουν πάνω από μισό λίτρο υγρών, κάτι που προκαλεί αφυδάτωση.
Το Αμερικάνικο Κολέγιο Αθλητιατρικής προτείνει κατανάλωση 250 ml υγρών κάθε 15 λεπτά κατά τη διάρκεια της άσκησης, ώστε να προλαμβάνεται η αφυδάτωση. Βέβαια η έντονη εφίδρωση εκτός από την αφυδάτωση προκαλεί και σημαντικές απώλειες ηλεκτρολυτών που πρέπει να αναπληρωθούν. Η μείωση των ηλεκτρολύτών εκτός των άλλων σχετίζονται με μυϊκές κράμπες.
Είναι καλά τεκμηριωμένο πως τόσο η αφυδάτωση, όσο και η μείωση των ηλεκτρολυτών μειώνει σημαντικά την αθλητική απόδοση και αυξάνει την πιθανότητα εμφάνισης θερμικών διαταραχών. Για το λόγο αυτό η κατανάλωση υγρών που περιέχουν ηλεκτρολύτες έχει σημαντική ευεργετική δράση στην αθλητική απόδοση με τους κάτωθι τρόπους: α) Διατηρεί το αίσθημα της δίψας.
Οι αθλητές δυστυχώς σπάνια καλύπτουν τις απαιτήσεις σε υγρά κατά τη διάρκεια της άσκησης, μιας και το αίσθημα της δίψας μειώνεται προτού αντιμετωπιστεί η αφυδάτωση. β) Επιταχύνει την απορρόφηση των υγρών.
Οι ηλεκτρολύτες βοηθούν την καλύτερη απορρόφηση και κατακράτηση των υγρών στο σώμα. γ) Διατηρεί τον όγκο του αίματος. Κατά την άσκηση και ιδιαίτερα σε συνδυασμό με την αφυδάτωση μειώνεται ο όγκος του αίματος, με αποτέλεσμα την εμφάνιση ταχυκαρδίας και εξάντλησης. Η πρόσληψη ποτών που περιέχουν ηλεκτρολύτες βοηθά στη διατήρηση του όγκου του αίματος.
Η υψηλή συχνότητα εμφάνισης αφυδάτωσης λόγω ανεπαρκούς πρόσληψης υγρών και ηλεκτρολυτών είναι καλά τεκμηριωμένη. Δυστυχώς διψάμε όταν ήδη είμαστε αφυδατωμένοι και εξαντλημένοι, ενώ η κατάσταση για τους ηλικιωμένους είναι ακόμα χειρότερη.
Επίσης δε θα πρέπει να ξεχνάμε ότι ο παγκόσμιος οργανισμός υγείας προειδοποιεί τις σύγχρονες κοινωνίες λόγω της χαμηλής κατανάλωση φρούτων και λαχανικών. Τόσο το μαγνήσιο όσο και το κάλιο είναι απαραίτητα συστατικά που η κύρια διατροφική πηγή τους είναι τα φρούτα και τα λαχανικά.
Όταν λοιπόν η διατροφή μας δεν είναι ισορροπημένη και ιδιαίτερα όταν δεν είναι πλούσια σε φρούτα και λαχανικά, η πιθανότητα μη επαρκούς πρόσληψης καλίου και μαγνησίου είναι υψηλή. Τέλος οι έρευνες δείχνουν ότι ο συνδυασμός του καλίου και του μαγνησίου είναι ιδανικός τρόπος για την αναπλήρωση ελλείψεων τόσο του καλίου, όσο και του μαγνησίου.
Μήπως οι ηλεκτρολύτες αυτοί δημιουργήσουν πέτρα στους νεφρούς;
Η απάντηση είναι όχι. Για να είμαστε περισσότερο σαφείς, όχι μόνο δεν δημιουργούν πρόβλημα στους νεφρούς, αλλά ακριβώς το αντίθετο. Οι μελέτες δείχνουν πως η επαρκής πρόσληψη καλίου και μαγνησίου, έχουν προστατευτική δράση στους νεφρούς, μειώνοντας την πιθανότητα εμφάνισης νεφρολιθίασης (πέτρα στους νεφρούς). Επίσης η επαρκής πρόσληψη υγρών βελτιώνει τα επίπεδα υδάτωσης, δρώντας σαν ασπίδα προστασίας στην αφυδάτωση και τη νεφρολιθίαση.

Κυριακή 9 Μαρτίου 2014

Ποιες είναι οι τρέχουσες οδηγίες αντιμετώπισης της νόσου Graves στην εγκυμοσύνη;

Ποιες είναι οι τρέχουσες οδηγίες αντιμετώπισης της νόσου Graves
στην εγκυμοσύνη;
Ο στόχος της θεραπείας της νόσου Graves με αντιθυρεοειδικά φάρμακα κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης είναι να διατηρηθεί η θυρεοειδοτρόπος ορμόνη (TSH)  ορού ελαφρά κατεσταλμένη  και η ελεύθερη θυροξίνη (T4)  στα ανώτερα φυσιολογικά επίπεδα.
Τα χαμηλότερα επιθυμητά όρια φυσιολογικής TSH ορού κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης είναι
ü  0,1 mIUu/ L στο 1ο τρίμηνο εγκυμοσύνης ,
ü  0,2  mIUu/ L στο 2ο τρίμηνο εγκυμοσύνης  και
ü  0,3 mIUu/ L στο 1ο τρίμηνο εγκυμοσύνης
Το σκεπτικό για τους στόχους αυτούς είναι να ελαχιστοποιηθεί η έκθεση του εμβρύου στα αντιθυρεοειδικά φάρμακα χρησιμοποιώντας την χαμηλότερη αποτελεσματική δόση. Τόσο η μεθιμαζόλη όσο και η προπυλθειουρακίλη  μπορούν  ελεύθερα να διαπεράσουν στο έμβρυο μέσω του πλακούντα και να επηρεάσουν τον εμβρυικό θυρεοειδή. Παρεμπιπτόντως, είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η ολική Τ3, όπως και η ολική Τ4,  επηρεάζεται από τις αυξήσεις της σφαιρίνης δέσμευσης της θυροξίνης που συμβαίνουν κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης.
v  Κατευθυντήριες γραμμές της Αμερικανικής Ένωσης θυρεοειδούς για τη διάγνωση και τη διαχείριση της νόσου του θυρεοειδούς κατά την εγκυμοσύνη και μετά τον τοκετό.
Stagnaro-Green A, et al.
Guidelines of the American Thyroid Association for the diagnosis and management of the thyroid disease during pregnancy and postpartum.Thyroid 2011;21(10):1081-1125.







Βασιλική Τριάντη , MD, MSc , cPhd
Ενδοκρινολόγος – Διαβητολόγος , Υπ Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών
Master  « Έρευνα στη Γυναικεία Αναπαραγωγή»
Απόφοιτος Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών
Μέλος Ενδοκρινολογικής & Διαβητολογικής Εταιρείας Σουηδίας

Τηλ. 6972 296909, 210 6845302
Ιατρείο : Αγίας Παρασκευή 29 Χαλάνδρι








Λίγα λόγια για τον υπερθυρεοειδισμό στην εγκυμοσύνη…
·         Είναι σχετικά σπάνια κατάσταση ο εγκατεστημένος υπερθυρεοειδισμός στην εγκυμοσύνη, με συχνότητα εμφάνισης  0,1% έως 0,4%.
·         Διαπιστώνεται με χαμηλά επίπεδα της θυρεοειδοτρόπου ορμόνης (TSH) και αύξηση  του κλάσματος της ελεύθερης θυροξίνης (fT4) και της τριϊωδοθυρονίνης (Τ3).
·         Η νόσος Graves και η συνδεόμενη με την έκκριση της hCG (χοριακή γοναδοτροπίνη) αποτελούν την  πιο συχνή εμφάνιση της νόσου.
·         Λόγω της μείωσης της συγκέντρωσης των δεσμευτικών αντισωμάτων των υποδοχέων της TSH η συμπτωματολογία είναι ήπια στο δεύτερο μισό της εγκυμοσύνης.
Η έλλειψη ρύθμισης της θυρεοειδικής λειτουργίας στον υπερθυρεοειδισμό και η συνέχιση  της υπερθυρεοειδικής λειτουργίας στην κύηση έχει σαν συνέπεια αυξημένο κίνδυνο για :
Ø  αποβολή στο πρώτο τρίμηνο
Ø  χαμηλού βάρους νεογέννητα (IUGR)
Ø  πρόωρο τοκετό
Ø  προεκλαμψία και υπέρταση κύησης
Ø  καρδιακή κάμψη
Ø  αυξημένο ενδομήτριο θάνατο
Αντιθέτως, o υποκλινικός υπερθυρεοειδισμός με χαμηλή TSH και φυσιολογικό κλάσμα fT4, δεν συνδέεται με επιπλοκές στην εγκυμοσύνη.
ü  Η διάγνωση κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης βασίζεται κυρίως στην σημαντική μείωση (επίπεδα κάτω από 0,1mU/L) ή σε μη ανιχνεύσιμα επίπεδα (επίπεδα κάτω από 0,01) της TSH ορού καθώς και στα αυξημένα επίπεδα των θυρεοειδικών ορμονών fT4 και Τ3.
ü  Εάν οι τιμές της TSH είναι λιγότερο από 0,1mU/L, θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη  η τιμή της ελεύθερης Τ4 (fT4).
ü  Εάν η ελεύθερη Τ4  είναι φυσιολογική με τα επίπεδα της να υπολογίζονται για εγκυμοσύνη, τότε θα πρέπει να μετράται και το ελεύθερο κλάσμα της T3 (fT3).
ü  Αν τα επίπεδα των ελεύθερων κλασμάτων των θυρεοειδικών ορμονών είναι μη συμβατά με την TSH και την κλινική εικόνα, τότε θα πρέπει να μετράται η ολική Τ4.
ü  Η TSH σε υγιείς έγκυες γυναίκες στο πρώτο τρίμηνο μπορεί να είναι πολύ χαμηλή, μεταξύ  0,03 και 0,1 mU/L.
Έγκυες γυναίκες με εμφανή υπερθυρεοειδισμό στο πρώτο τρίμηνο, θα πρέπει να αξιολογηθούν με τιμές TSH κάτω από αυτό που θεωρείται φυσιολογικό για ασυμπτωματικές υγιείς εγκύους (<0,01 mU/L) και να συνυπάρχει αύξηση του ελεύθερου κλάσματος των Τ4 ή T3 ή της ολικής Τ4 και T3 με τις τιμές να υπολογίζονται σε φυσιολογικές τιμές εγκύων.
Αντένδειξη αποτελεί η χρήση ραδιενεργού ιωδίου στην κύηση οπότε είναι αδύνατον να  διαπιστωθεί η αιτία του υπερθυρεοειδισμού κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης.
Η μέτρηση των αντισωμάτων των υποδοχέων της TSH (TRAb)  χρησιμοποιώντας την δεύτερης γενιάς TSH-ανοσοσφαιρίνη (TBII) με ευαισθησία στο 95% των ασθενών με την νόσο του Graves και θα πρέπει να χρησιμοποιείται για τη διάγνωση της νόσου κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης εάν η κλινική διάγνωση είναι αβέβαιη.
Υπερθυρεοειδικές καταστάσεις καταστάσεων που σχετίζονται με την παραγωγή της hCG είναι συνήθως συντηρητική δεν χρήζουν συνήθως θεραπεία.
Οι επιλογές θεραπείας για έγκυες γυναίκες  με εγκατεστημένο υπερθυρεοειδισμό λόγω της νόσου Graves είναι περιορισμένες, διότι η θεραπεία μπορεί να είναι επιβλαβής για το έμβρυο. Ωστόσο, η καλή ανταπόκριση τόσο του εμβρύου όσο και της μητέρας εξαρτάται από τον έλεγχο του υπερθυρεοειδισμού της μητέρας.
Ο στόχος της θεραπείας είναι η μείωση και η διατήρηση των επιπέδων της ελεύθερης Τ4 στην περιοχή των ανώτερων φυσιολογικών τιμών για τις μη έγκυες γυναίκες, χρησιμοποιώντας τη χαμηλότερη δόση φαρμάκου. Αυτό απαιτεί αξιολόγηση της ελεύθερης Τ4 (ή και ολικής Τ4) συχνά (πχ ανά διαστήματα τεσσάρων εβδομάδων) με κατάλληλη προσαρμογή των φαρμάκων.
·         1-5% των vεογεννήτων που προέρχονται από μητέρες που πάσχουν από τη νόσο Graves'  θα παρουσιάσουν υπερθυρεοειδισμό που οφείλεται στην διαπλακουντιακή μεταφορά των δεσμευτικών αντισωμάτων των υποδοχέων της θυρεοτροπίνης (TSH).

Eκδηλώσεις του εμβρυϊκού υπερθυρεοειδισμού:
ü  Υψηλός εμβρυϊκός καρδιακός ρυθμός (>160 παλμοί / λεπτό)
ü  Εμβρυϊκή βρογχοκήλη
ü  Προχωρημένη οστική ηλικία
ü  Καθυστέρηση ανάπτυξης
ü  Κρανιοσυνοστέωση
ü  Καρδιακή κάμψη και ύδρωπας μπορεί να προκύψει με σοβαρή ασθένεια.
 Όλα τα έμβρυα των γυναικών με τη νόσο Graves πρέπει να παρακολουθούνται για σημεία εμβρυϊκής θυρεοτοξίκωσης με τον καθορισμό του εμβρυϊκού καρδιακού ρυθμού και την αξιολόγηση της ανάπτυξης του εμβρύου.
  
Φαρμακευτική αγωγή για τον υπερθυρεοειδισμό
Ο υπερθυρεοειδισμός στην κύηση θεραπεύεται με τη χορήγηση παραγώγων της θειουρίας, προπυλθυουρακίλης – PTU (Prothuril®) και μεθιμαζόλης (Unimazole®), τα οποία μειώνουν τη βιοσύνθεση των θυρεοειδικών ορμονών. Η προπυλθυουρακίλη επιπλέον μειώνει την περιφερική μετατροπή της Τ4 σε Τ3 και ως εκ τούτου ενδέχεται να έχει ταχύτερη δράση από τη μεθιμαζόλη.
Η χρήση των φαρμάκων αυτών φαίνεται ότι δεν έχει διαφορά στην επίδρασή τους στο έμβρυο (ανάλογες τιμές TSH και FT4 σε δείγματα αίματος από τον ομφάλιο λώρο).
Επίσης, δεν φαίνεται ότι υπάρχει συσχέτιση με τη δόση χορήγησης και τις τιμές αυτές.
Η θεραπεία με τα παράγωγα της θειουρίας σε νόσο Graves, ενδέχεται να καταστείλει  τη θυρεοειδική λειτουργία του εμβρύου. Ωστόσο, η επίδραση αυτή είναι παροδική και σπάνια απαιτεί θεραπεία.
Η εμβρυϊκή βρογχοκήλη επίσης έχει συσχετιστεί με τη θεραπεία της μητέρας για νόσο  Graves, πιθανότατα λόγω εμβρυϊκού υποθυρεοειδισμού εξαιτίας των φαρμάκων που περνούν τον πλακούντα.
Η εμβρυϊκή θυρεοτοξίκωση από μητρικά αντισώματα είναι σπάνια, αλλά όλα τα έμβρυα εγκύων με νόσο του Graves πρέπει να παρακολουθούνται για διαταραχές της ανάπτυξης και του καρδιακού τους ρυθμού.

ü  Κάθε διαταραχή της θυρεοειδικής λειτουργίας της μητέρας, είναι δυνατόν να επηρεάσει την θυρεοειδική λειτουργία  του εμβρύου ή του νεογνού και πρέπει να ενημερώνεται έγκαιρα ο παιδίατρος που αναλαμβάνει τα νεογνά αυτά.
Λίγα λόγια για τα φάρμακα…
Η προπυλ-θειουρακίλη (Propylthiouracil) είναι μια θειαμίδη και χρησιμοποιείται στον υπερθυρεοειδισμό.
Έναρξη με δόσεις 300 mg ημερησίως σε 3 διαιρεμένες δόσεις, ή
400 mg ημερησίως σε ασθενείς με σοβαρό υπερθυρεοειδισμό, ενώ
συνήθης συντήρηση με 100-150 mg/ημέρα.
Σε νόσος Graves έναρξη με 50-150 mg (ανάλογα με την σοβαρότητα της νόσου) τρείς (3)φορές ημερησίως για την αποκατάσταση ευθυρεοειδικής λειτουργίας της εγκύου και κατόπιν συντήρηση με 50 mg 2 ή 3 φορές ημερησίως για χρονικό διάστημα συνολικά 12 έως 18 μήνες.
ü  Η προπυλ-θειουρακίλη διασχίζει εύκολα τον πλακούντα.
ü  Μελέτες σε έγκυες γυναίκες έχουν αποδείξει κίνδυνο για το έμβρυο (κατηγορία D).
ü  Τερατογόνος δράση δεν έχει αποδειχθεί.
ü  Μη τερατογόνες επιπτώσεις όπως εμβρυϊκός και νεογνικός υποθυρεοειδισμός, βρογχοκήλη ή και υπερθυρεοειδισμός, έχουν παρατηρηθεί μετά από τη χρήση της από την μητέρα.
ü  Η προπυλ-θειουρακίλη απεκκρίνεται στο γάλα της μητέρας.
Γυναίκες που λαμβάνουν τα παράγωγα της θειουρίας μπορούν να θηλάσουν, δεδομένου ότι μικρή μόνο ποσότητα των φαρμάκων περνά στο μητρικό γάλα και είναι απίθανο να επηρεάσουν τον βρεφικό θυρεοειδή αδένα.

ΑΝΕΠΙΘΥΜΗΤΕΣ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΤΩΝ ΠΑΡΑΓΩΓΩΝ ΤΗΣ ΘΕΙΟΥΡΙΑΣ:
ü  Ακοκκιοκυτταραιμία (0,1 – 0,4%) (Επιβάλει την άμεση διακοπή της αντιθυρεοειδικής φαρμακευτικής αγωγής).Την ακοκκιοκυταραιμία προμηνύουν συνήθως κυνάγχη και πυρετός.
ü  Θρομβοπενία
ü  Ηπατίτιδα - Ηπατοκυτταρική τοξικότητα
ü  Αγγειίτιδα-Αγγειονευρωτικό οίδημα
ü  Αρθρίτιδα, εξάνθημα, πυρετός, ναυτία, ανορεξία, αγευσία, ανοσμία (< 5%).
Β-αναστολείς  χρησιμοποιούνται για την βελτίωση των συμπτωμάτων της θυρεοτοξίκωσης μέχρι τα παράγωγα της θειουρίας μειώσουν τα επίπεδα των ορμονών. Κυριότερος εκπρόσωπος: η Προπρανολόλη (Inderal®).
Θυρεοειδεκτομή πραγματοποιείται μόνο σε γυναίκες οι οποίες δεν ανταποκρίνονται στη φαρμακευτική θεραπεία.
Το Ιώδιο 131 αντενδείκνυται στην κύηση, γιατί καταστρέφει τον εμβρυϊκό θυρεοειδή (κυρίως μετά την 10η  εβδομάδα). Ως εκ τούτου,  γυναίκες που έχουν λάβει Ι 131 πρέπει να αποφύγουν την κύηση για τέσσερις τουλάχιστον μήνες.